Αναμφισβήτητα η πρωτόγνωρη κρίση που βιώνει σήμερα το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και γενικότερα η διεθνής οικονομία πέραν από αυτές καθ’ αυτές τις οικονομικές της διαστάσεις, μέρα με τη μέρα, μέσα από αυτή αναδεικνύονται και οι παράπλευρές τις επιπτώσεις και διαστάσεις που αφορούν κυρίως στην όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και την κρίση των αξιών.
Η κατάρρευση του Αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, που συμπαρασύρει μαζί του και τα διεθνή χρηματοπιστωτικά συστήματα, αποτελεί την τελευταία πράξη της γενικότερης κατάρρευσης ενός παγκόσμιου νεοφιλελεύθερου καπιταλιστικού συστήματος. Ενός συστήματος, το οποίο λειτουργούσε για χρόνια με ασυδοσία, με χαρακτηριστική απληστία, αδιαφάνεια και υπέρμετρη συγκέντρωση πλούτου στους λίγους. Οι πρακτικές αυτές οδήγησαν στην υπονόμευση του δημοκρατικού πολιτεύματος και την υποταγή των θεσμών και των πολιτικών στους λίγους και ισχυρούς.
Στην εποχή της απαξίωση της πολιτικής και της προσπάθειας μεταφοράς των κέντρων λήψεων αποφάσεων σε εξωθεσμικά όργανα, αυτό που προκύπτει ξεκάθαρα είναι το γεγονός ότι η παγκόσμια αυτή οικονομική κρίση είναι ένα κατεξοχήν πολιτικό πρόβλημα και ταυτόχρονα πρόκληση για εκφορά πολιτικού λόγου για όσες πολιτικές δυνάμεις θέλουν να είναι συνδιαμορφωτές των μελλοντικών εξελίξεων.
Απέναντι σε αυτή την κρίση το Κ.Σ. ΕΔΕΚ αρνείται το ρόλο του απλού παρατηρητή. Οι σοσιαλιστές, σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, παίρνουμε πρωτοβουλίες για ριζικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις σε διεθνές επίπεδο (Σοσιαλιστική Διεθνή), σε Ευρωπαϊκό επίπεδο (Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα) και σε τοπικό επίπεδο (Κύπρος).
Απέναντι στη νεοφιλελεύθερη δεξιά, η οποία παρακολουθεί άλαλη το σύστημα, το οποίο μέχρι πρόσφατα υμνούσε, να καταρρέει, όπως και η κομουνιστική αριστερά βίωνε την κατάρρευση του συστήματος του υπαρκτού σοσιαλισμού στην Ανατολική Ευρώπη, οι σοσιαλιστές παίρνουν πρωτοβουλίες για την έξοδο από την οικονομική κρίση προβάλλοντας την αναγκαιότητα μιας γενικότερης στροφής της πολιτικής προς τα αριστερά η οποία θα προτείνει τις πολιτικές εκείνες οι οποίες θα επαναφέρουν τη διεθνή και τις τοπικές οικονομίες σε μια νέα τροχιά ανάπτυξης και σε μια δικαιότερη κατανομή του πλούτου.
Στη νέα πρόταση της Ευρωπαϊκής και της Διεθνούς αριστεράς έχει σημασία η ανάδειξη των βασικών μας διαφορών που αφορούν στην στρατηγική ανάπτυξης για το μέλλον, την οποία προτείνουμε, αλλά κυρίως τις βασικές μας διαφορές για το πώς αντιλαμβανόμαστε την ανάπτυξη.
Ανάπτυξη για ένα κράτος δεν αποτελεί μόνο η αύξηση του ΑΕΠ. Η ανάπτυξη πρέπει να χαρακτηρίζεται από σταθερότητα. Και σταθερή ανάπτυξη δεν επιτυγχάνεται με την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, με την υπερκατανάλωση που στηρίζεται στον υπερδανεισμό, στην αλόγιστη εκμετάλλευση των φυσικών αγαθών και πλούτου και στην απουσία επανεπένδυσης από τη μεριά του κράτους των υπερεσόδων του. Η ύπαρξη και η λειτουργία συστήματος πρόληψης μονοπωλιακών καταστάσεων και η λειτουργία του σωστού ανταγωνισμού είναι απαραίτητη για την προστασία των εισοδημάτων των πολιτών και της ουσιαστικής εξασφάλισης της αγοραστικής τους δύναμης.
Η ανάπτυξη για την αριστερά έχει χαρακτήρα συμμετοχικό, και τουλάχιστον η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών θα πρέπει να επωφελείται από αυτή. Τα κράτη θα πρέπει να αντιληφθούν ότι οι ενεργοί πολίτες τους αποτελούν το σημαντικότερο περιουσιακό τους στοιχείο και ότι σε αυτό πρέπει να επενδύουν μέσα κυρίως από την εκπαίδευση. Ταυτόχρονα οι πολίτες θα πρέπει να αισθάνονται ότι τους περιβάλλει ένα καθεστώς απόλυτης κοινωνικής προστασίας.
Η σύγχρονη σοσιαλιστική αριστερά αντιλαμβάνεται πολύ διαφορετικά σε σχέση με τη δεξιά το ρόλο του κράτους στην προώθηση της ανάπτυξης. Για την αριστερά τα κράτη θα πρέπει να είναι πρωτοπόρα στην δημιουργία νέων βασικών έργων υποδομής, στη συνεχή βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, στην ανάπτυξη της τεχνολογίας και στη προώθηση της έρευνας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη και στη καπιταλιστική Αμερική το κράτος ήταν αυτό που έθεσε τις βάσεις για την ανάπτυξη του διαδικτύου και της βιοτεχνολογίας.
Ο ρόλος και σημασία των αγορών διαχρονικά υπήρξε κεφαλαιώδους σημασίας στην ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας. Η παραδοσιακή δεξιά υποστήριζε πάντα ότι οι αγορές θα πρέπει να αφήνονται να λειτουργούν και να αυτορυθμίζονται από μόνες τους. Είναι γεγονός ότι πολλές φορές οι αγορές αυτορυθμίζονται σε βάθος χρόνου. Σε βάθος χρόνου δυστυχώς δεν θα ζούμε όλοι μας για να δούμε τις αγορές να επανακάμπτουν.
Οι ανεξέλεγκτες όμως αγορές αποδείχθηκε ότι δεν μπορούν να λειτουργούν από μόνες τους, και όταν αυτές κατάρρευσαν χρειάστηκαν οι κρατικές παρεμβάσεις προκειμένου να διορθωθεί το σύστημα μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά περιθώρια. Τα κράτη μπροστά στο φάσμα της ύφεσης και της μείωσης των ρυθμών ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας πήραν πρωτοβουλίες στήριξης της αγοράς και ιδιαίτερα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ακόμη και αν η παρούσα κρίση προκλήθηκε από λανθασμένες επιλογές των ιδίων των μεγαλοστελεχών του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Ακόμη και μέσα σε αυτή την κρίση, ο τρόπος με τον οποίο η νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση των ΗΠΑ επέλεξε να διασώσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αυτός χαρακτηριζόταν από αδιαφάνεια και αδυναμία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης της αγοράς και των πολιτών προς το σύστημα. Ουσιαστικά όπως οι επενδυτικές τράπεζες και οι οίκοι αξιολόγησης πίστεψαν στην χρηματοοικονομική αλχημεία έτσι και τώρα η νεοφιλελεύθερη δεξιά πιστεύει ότι η πραγματική αξία του συστήματος θα πρέπει να αποκατασταθεί χρεώνοντας τα δημόσια ταμεία και τους πολίτες με όλο αυτό το υπερτιμημένο αρνητικό ενεργητικό που επιβαρύνει το χρηματοπιστωτικό σύστημα ώστε να έχουν όφελος οι τράπεζες.
Τα διδάγματα από αυτή την κρίση είναι πολύ ξεκάθαρα και ήρθε πλέον η ώρα για την κατάθεση πολιτικών προτάσεων, σε διεθνές και τοπικό επίπεδο, οι οποίες θα αποτελέσουν τη βάση εφαρμογής μέτρων που θα επαναφέρουν την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία και πρόοδο των πολιτών.
Ειδικότερα για τη λήψη και την εφαρμογή πολιτικών αποφάσεων σε διεθνές επίπεδο αποτελεί προϋπόθεση η εμπέδωση της συνειδητής συνεργασίας, κατανόησης και εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών και ιδιαίτερα μεταξύ των ισχυρά οικονομικότερων κρατών και ενώσεων κρατών του πλανήτη. Φορέας άσκησης μια νέας οικονομικής πολιτικής σε διεθνές επίπεδο θα πρέπει να αποτελέσει ένας νέος διεθνής οικονομικός οργανισμός με σωστή οργάνωση, δομημένος στη δημοκρατική νομιμότητα και ενδυναμωμένος με όλους εκείνους τους μηχανισμούς που θα του επιτρέψουν μέσα από μεγαλύτερη διαφάνεια να εφαρμόσει στο μέλλον καλύτερα συστήματα έγκυρης διάγνωσης και αποφυγής οικονομικών κρίσεων.
Στο οποιοδήποτε νέο μοντέλο ανάπτυξης οι αγορές πρέπει να λειτουργούν μέσα σε διαφανή πλαίσια λειτουργίας. Απαιτείται η θέσπιση κανονισμών λειτουργίας των αγορών με σαφή νομοθετική κατοχύρωση, κανονισμών και προτύπων λειτουργίας, τα οποία θα έχουν εφαρμογή και αποδοχή σε τοπικό και διεθνές επίπεδο. Ιδιαίτερα θα πρέπει να θεσπιστούν κανονισμοί λειτουργίας των αγορών παραγώγων, των διαφόρων επενδυτικών ταμείων (hedge funds, private equity funds), ως επίσης και των οργανισμών αξιολόγησης του τραπεζικού συστήματος και των προϊόντων του. Οι κανονισμοί αυτοί θα πρέπει να διέπονται από πρότυπα με διεθνή εφαρμογή.
Για εμάς τους σοσιαλιστές στην παρούσα οικονομική κρίση και χρονική στιγμή, η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και του κράτους πρόνοιας θα πρέπει να συμβαδίζει με τα υπόλοιπα μέτρα στήριξης της οικονομίας. Βασικά κοινωνικά αγαθά όπως το δικαίωμα στην εργασία, στην εκπαίδευση, στην πρόσβαση στα συστήματα υγείας, στην ιδιοκατοίκηση και στα συνταξιοδοτικά ωφελήματα δεν πρέπει να συνδέονται με χρηματοοικονομικά προϊόντα και τις υπηρεσίες των αγορών. Η αύξηση των δαπανών για την παιδεία και την υγεία είναι αδιαπραγμάτευτες.
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση ειδικότερα, το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, στα πλαίσια και των επικείμενων ευρωεκλογών προετοιμάζει τη δική του πολιτική πρόταση – μανιφέστο, της οποίας ισότιμο συνδιαμορφωτή αποτελεί και το Κ.Σ. ΕΔΕΚ. Η Ευρώπη σήμερα βρίσκεται ένα βήμα πριν την ύφεση. Τα Ευρωπαϊκά κράτη, ανάμεσα και σε αυτά και η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλουν, να εφαρμόσουν νέες πολιτικές ανάπτυξης μέσα από επενδύσεις σε νέες υποδομές και νέες τεχνολογίες, πάντα όμως με σεβασμό στο περιβάλλον και τον πολίτη, ενδυναμώνοντας την πραγματική οικονομία και ιδιαίτερα την αγοραστική δύναμη του μικρομεσαίου νοικοκυριού . Σ’ αυτή την προσπάθεια οι ευρωπαίοι σοσιαλιστές θα είναι παρόντες καταθέτοντας μια νέα αριστερή πρόταση οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής ευημερίας.
Δρ. Χάρης Μηλιώτης
Γραμματέας Θεματικής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και Μελετών
Κ.Σ. ΕΔΕΚ
Η κατάρρευση του Αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, που συμπαρασύρει μαζί του και τα διεθνή χρηματοπιστωτικά συστήματα, αποτελεί την τελευταία πράξη της γενικότερης κατάρρευσης ενός παγκόσμιου νεοφιλελεύθερου καπιταλιστικού συστήματος. Ενός συστήματος, το οποίο λειτουργούσε για χρόνια με ασυδοσία, με χαρακτηριστική απληστία, αδιαφάνεια και υπέρμετρη συγκέντρωση πλούτου στους λίγους. Οι πρακτικές αυτές οδήγησαν στην υπονόμευση του δημοκρατικού πολιτεύματος και την υποταγή των θεσμών και των πολιτικών στους λίγους και ισχυρούς.
Στην εποχή της απαξίωση της πολιτικής και της προσπάθειας μεταφοράς των κέντρων λήψεων αποφάσεων σε εξωθεσμικά όργανα, αυτό που προκύπτει ξεκάθαρα είναι το γεγονός ότι η παγκόσμια αυτή οικονομική κρίση είναι ένα κατεξοχήν πολιτικό πρόβλημα και ταυτόχρονα πρόκληση για εκφορά πολιτικού λόγου για όσες πολιτικές δυνάμεις θέλουν να είναι συνδιαμορφωτές των μελλοντικών εξελίξεων.
Απέναντι σε αυτή την κρίση το Κ.Σ. ΕΔΕΚ αρνείται το ρόλο του απλού παρατηρητή. Οι σοσιαλιστές, σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, παίρνουμε πρωτοβουλίες για ριζικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις σε διεθνές επίπεδο (Σοσιαλιστική Διεθνή), σε Ευρωπαϊκό επίπεδο (Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα) και σε τοπικό επίπεδο (Κύπρος).
Απέναντι στη νεοφιλελεύθερη δεξιά, η οποία παρακολουθεί άλαλη το σύστημα, το οποίο μέχρι πρόσφατα υμνούσε, να καταρρέει, όπως και η κομουνιστική αριστερά βίωνε την κατάρρευση του συστήματος του υπαρκτού σοσιαλισμού στην Ανατολική Ευρώπη, οι σοσιαλιστές παίρνουν πρωτοβουλίες για την έξοδο από την οικονομική κρίση προβάλλοντας την αναγκαιότητα μιας γενικότερης στροφής της πολιτικής προς τα αριστερά η οποία θα προτείνει τις πολιτικές εκείνες οι οποίες θα επαναφέρουν τη διεθνή και τις τοπικές οικονομίες σε μια νέα τροχιά ανάπτυξης και σε μια δικαιότερη κατανομή του πλούτου.
Στη νέα πρόταση της Ευρωπαϊκής και της Διεθνούς αριστεράς έχει σημασία η ανάδειξη των βασικών μας διαφορών που αφορούν στην στρατηγική ανάπτυξης για το μέλλον, την οποία προτείνουμε, αλλά κυρίως τις βασικές μας διαφορές για το πώς αντιλαμβανόμαστε την ανάπτυξη.
Ανάπτυξη για ένα κράτος δεν αποτελεί μόνο η αύξηση του ΑΕΠ. Η ανάπτυξη πρέπει να χαρακτηρίζεται από σταθερότητα. Και σταθερή ανάπτυξη δεν επιτυγχάνεται με την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, με την υπερκατανάλωση που στηρίζεται στον υπερδανεισμό, στην αλόγιστη εκμετάλλευση των φυσικών αγαθών και πλούτου και στην απουσία επανεπένδυσης από τη μεριά του κράτους των υπερεσόδων του. Η ύπαρξη και η λειτουργία συστήματος πρόληψης μονοπωλιακών καταστάσεων και η λειτουργία του σωστού ανταγωνισμού είναι απαραίτητη για την προστασία των εισοδημάτων των πολιτών και της ουσιαστικής εξασφάλισης της αγοραστικής τους δύναμης.
Η ανάπτυξη για την αριστερά έχει χαρακτήρα συμμετοχικό, και τουλάχιστον η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών θα πρέπει να επωφελείται από αυτή. Τα κράτη θα πρέπει να αντιληφθούν ότι οι ενεργοί πολίτες τους αποτελούν το σημαντικότερο περιουσιακό τους στοιχείο και ότι σε αυτό πρέπει να επενδύουν μέσα κυρίως από την εκπαίδευση. Ταυτόχρονα οι πολίτες θα πρέπει να αισθάνονται ότι τους περιβάλλει ένα καθεστώς απόλυτης κοινωνικής προστασίας.
Η σύγχρονη σοσιαλιστική αριστερά αντιλαμβάνεται πολύ διαφορετικά σε σχέση με τη δεξιά το ρόλο του κράτους στην προώθηση της ανάπτυξης. Για την αριστερά τα κράτη θα πρέπει να είναι πρωτοπόρα στην δημιουργία νέων βασικών έργων υποδομής, στη συνεχή βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, στην ανάπτυξη της τεχνολογίας και στη προώθηση της έρευνας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη και στη καπιταλιστική Αμερική το κράτος ήταν αυτό που έθεσε τις βάσεις για την ανάπτυξη του διαδικτύου και της βιοτεχνολογίας.
Ο ρόλος και σημασία των αγορών διαχρονικά υπήρξε κεφαλαιώδους σημασίας στην ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας. Η παραδοσιακή δεξιά υποστήριζε πάντα ότι οι αγορές θα πρέπει να αφήνονται να λειτουργούν και να αυτορυθμίζονται από μόνες τους. Είναι γεγονός ότι πολλές φορές οι αγορές αυτορυθμίζονται σε βάθος χρόνου. Σε βάθος χρόνου δυστυχώς δεν θα ζούμε όλοι μας για να δούμε τις αγορές να επανακάμπτουν.
Οι ανεξέλεγκτες όμως αγορές αποδείχθηκε ότι δεν μπορούν να λειτουργούν από μόνες τους, και όταν αυτές κατάρρευσαν χρειάστηκαν οι κρατικές παρεμβάσεις προκειμένου να διορθωθεί το σύστημα μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά περιθώρια. Τα κράτη μπροστά στο φάσμα της ύφεσης και της μείωσης των ρυθμών ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας πήραν πρωτοβουλίες στήριξης της αγοράς και ιδιαίτερα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ακόμη και αν η παρούσα κρίση προκλήθηκε από λανθασμένες επιλογές των ιδίων των μεγαλοστελεχών του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Ακόμη και μέσα σε αυτή την κρίση, ο τρόπος με τον οποίο η νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση των ΗΠΑ επέλεξε να διασώσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αυτός χαρακτηριζόταν από αδιαφάνεια και αδυναμία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης της αγοράς και των πολιτών προς το σύστημα. Ουσιαστικά όπως οι επενδυτικές τράπεζες και οι οίκοι αξιολόγησης πίστεψαν στην χρηματοοικονομική αλχημεία έτσι και τώρα η νεοφιλελεύθερη δεξιά πιστεύει ότι η πραγματική αξία του συστήματος θα πρέπει να αποκατασταθεί χρεώνοντας τα δημόσια ταμεία και τους πολίτες με όλο αυτό το υπερτιμημένο αρνητικό ενεργητικό που επιβαρύνει το χρηματοπιστωτικό σύστημα ώστε να έχουν όφελος οι τράπεζες.
Τα διδάγματα από αυτή την κρίση είναι πολύ ξεκάθαρα και ήρθε πλέον η ώρα για την κατάθεση πολιτικών προτάσεων, σε διεθνές και τοπικό επίπεδο, οι οποίες θα αποτελέσουν τη βάση εφαρμογής μέτρων που θα επαναφέρουν την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία και πρόοδο των πολιτών.
Ειδικότερα για τη λήψη και την εφαρμογή πολιτικών αποφάσεων σε διεθνές επίπεδο αποτελεί προϋπόθεση η εμπέδωση της συνειδητής συνεργασίας, κατανόησης και εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών και ιδιαίτερα μεταξύ των ισχυρά οικονομικότερων κρατών και ενώσεων κρατών του πλανήτη. Φορέας άσκησης μια νέας οικονομικής πολιτικής σε διεθνές επίπεδο θα πρέπει να αποτελέσει ένας νέος διεθνής οικονομικός οργανισμός με σωστή οργάνωση, δομημένος στη δημοκρατική νομιμότητα και ενδυναμωμένος με όλους εκείνους τους μηχανισμούς που θα του επιτρέψουν μέσα από μεγαλύτερη διαφάνεια να εφαρμόσει στο μέλλον καλύτερα συστήματα έγκυρης διάγνωσης και αποφυγής οικονομικών κρίσεων.
Στο οποιοδήποτε νέο μοντέλο ανάπτυξης οι αγορές πρέπει να λειτουργούν μέσα σε διαφανή πλαίσια λειτουργίας. Απαιτείται η θέσπιση κανονισμών λειτουργίας των αγορών με σαφή νομοθετική κατοχύρωση, κανονισμών και προτύπων λειτουργίας, τα οποία θα έχουν εφαρμογή και αποδοχή σε τοπικό και διεθνές επίπεδο. Ιδιαίτερα θα πρέπει να θεσπιστούν κανονισμοί λειτουργίας των αγορών παραγώγων, των διαφόρων επενδυτικών ταμείων (hedge funds, private equity funds), ως επίσης και των οργανισμών αξιολόγησης του τραπεζικού συστήματος και των προϊόντων του. Οι κανονισμοί αυτοί θα πρέπει να διέπονται από πρότυπα με διεθνή εφαρμογή.
Για εμάς τους σοσιαλιστές στην παρούσα οικονομική κρίση και χρονική στιγμή, η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και του κράτους πρόνοιας θα πρέπει να συμβαδίζει με τα υπόλοιπα μέτρα στήριξης της οικονομίας. Βασικά κοινωνικά αγαθά όπως το δικαίωμα στην εργασία, στην εκπαίδευση, στην πρόσβαση στα συστήματα υγείας, στην ιδιοκατοίκηση και στα συνταξιοδοτικά ωφελήματα δεν πρέπει να συνδέονται με χρηματοοικονομικά προϊόντα και τις υπηρεσίες των αγορών. Η αύξηση των δαπανών για την παιδεία και την υγεία είναι αδιαπραγμάτευτες.
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση ειδικότερα, το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, στα πλαίσια και των επικείμενων ευρωεκλογών προετοιμάζει τη δική του πολιτική πρόταση – μανιφέστο, της οποίας ισότιμο συνδιαμορφωτή αποτελεί και το Κ.Σ. ΕΔΕΚ. Η Ευρώπη σήμερα βρίσκεται ένα βήμα πριν την ύφεση. Τα Ευρωπαϊκά κράτη, ανάμεσα και σε αυτά και η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλουν, να εφαρμόσουν νέες πολιτικές ανάπτυξης μέσα από επενδύσεις σε νέες υποδομές και νέες τεχνολογίες, πάντα όμως με σεβασμό στο περιβάλλον και τον πολίτη, ενδυναμώνοντας την πραγματική οικονομία και ιδιαίτερα την αγοραστική δύναμη του μικρομεσαίου νοικοκυριού . Σ’ αυτή την προσπάθεια οι ευρωπαίοι σοσιαλιστές θα είναι παρόντες καταθέτοντας μια νέα αριστερή πρόταση οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής ευημερίας.
Δρ. Χάρης Μηλιώτης
Γραμματέας Θεματικής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και Μελετών
Κ.Σ. ΕΔΕΚ
Επιστροφή στη Sibilla - Σίβυλλα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου